Το ποσό που δαπανήθηκε παγκοσμίως σε σκευάσματα τεστοστερόνης αυξήθηκε από τα 15 εκατομμύρια δολάρια το έτος 2005 στα 1,8 δισεκατομμύρια του 2011, γεγονός το οποίο δικαιολογεί το σχετικό ενδιαφέρον της κοινωνίας και των μέσων επικοινωνίας, ενδιαφέρον εστιασμένο, όχι μόνο στην πολυπαραμετρική βελτίωση που υπόσχεται η θεραπεία με σκευάσματα τεστοστερόνης, αλλά και στην ανησυχία σχετικά με πιθανές παρενέργειες που συνδέονται με τη χρήση τους. Στις παρενέργειες αυτές περιλαμβάνονται κυρίως η συσχέτιση με νεοπλασματικές παθήσεις (ιδίως του προστάτη), οι οποίες αποτελούν αντικείμενο ευθύνης άλλων ειδικών και η σύνδεση με δυσμενείς καρδιαγγειακές εκδηλώσεις, αμφότερα πάντως περιπλεγμένα με αντικρουόμενες μελέτες και αμφισβητούμενες απόψεις. Το επιστημονικό ενδιαφέρον σχετικά με την διερεύνηση αυτής της σύνδεσης έχει αναζωπυρωθεί λόγω χρήσεων της τεστοστερόνης που έχουν εφαρμοστεί στο παρελθόν, αλλά επανεμφανίζονται σε νέες εκδοχές, αλλά και νεότερων, οι οποίες αντανακλούν την σύγχρονη πραγματικότητα. Περιγράφουμε παρακάτω μερικές από αυτές :
- Είναι γνωστό ότι τα επίπεδα τεστοστερόνης φυσιολογικά μειώνονται με την πάροδο του χρόνου λόγω γήρανσης, αλλά και εξαιτίας ορισμένων ιατρικών παθήσεων, της παχυσαρκίας και παραγόντων που συνδέονται με τον τρόπο ζωής. Σε ορισμένους άνδρες εμφανίζεται μια πιο σημαντική πτώση, οδηγώντας σε μια κατάσταση που είναι γνωστή ως υπογοναδισμός και η οποία έχει ως συνέπεια εκδηλώσεις όπως εύκολη κόπωση, μείωση της μυϊκής μάζας και οστικής πυκνότητας, μειωμένη ερωτική επιθυμία, στυτική δυσλειτουργία, καταθλιπτική διάθεση, επηρεάζοντας σφαιρικά την ποιότητα ζωής ενός άνδρα. Η θεραπεία υποκατάστασης με τεστοστερόνη μπορεί να αναστρέψει (σε άλλοτε άλλο βαθμό) αρκετές από αυτές τις εκδηλώσεις. Η αναζήτηση για ένα αποτελεσματικό ελιξίριο ζωής τροφοδοτεί μια ολόκληρη βιομηχανία και όπως ήταν αναμενόμενο, η τεστοστερόνη, με δεδομένες αυτές τις δράσεις, δεν θα μπορούσε παρά να αποτελέσει έναν ιδανικό υποψήφιο για εκπλήρωση ανάλογων επιθυμιών, ακόμα και από άτομα τα οποία δεν πληρούν τις τυπικές ιατρικές ενδείξεις χορήγησης.
- Τα στεροειδή αναβολικά συνεχίζουν να αποτελούν ένα μέσο βελτίωσης της αθλητικής απόδοσης, αλλά και μια σκοτεινή πτυχή αρκετών αθλητικών δραστηριοτήτων σε επίπεδο επαγγελματικού αθλητισμού-πρωταθλητισμού, με άμεση συνέπεια την αποδόμηση του fair play, συνήθως καθοδηγούμενη από οικονομικά κίνητρα, αλλά και αποστασιοποιημένη από τις πιθανές ιατρικές επιπτώσεις. Παρότι το φαινόμενο έχει περιοριστεί δραστικά στις μέρες μας λόγω των αυστηρών ελέγχων, είναι δεδομένο ότι πλειάδα αθλητών συνεχίζει τη χρήση ανάλογων σκευασμάτων συνήθως σε ένα πέπλο απόκρυψης, το οποίο μπορεί να παραμένει ακόμα και όταν προκύψουν ιατρικά προβλήματα.
- Στις ημέρες μας η εύκολη πρόσβαση σε διαδικτυακές αγορές με αμφίβολης αξιοπιστίας προϊόντα, έχει συνεισφέρει στην ευρεία διάδοση της χρήσης σκευασμάτων τεστοστερόνης σε ερασιτέχνες αθλητές αρκετών δυναμικών σπορ, όπως για παράδειγμα στο body building, υποσχόμενη άμεσα και θεαματικά αποτελέσματα, κυρίως σε ότι αφορά στην ανάπτυξη μυϊκής μάζας και ισχύος. Το ανησυχητικό στο συγκεκριμένο πλαίσιο είναι η έλλειψη οποιασδήποτε ιατρικής επίβλεψης, ή έστω εμπειρικής καθοδήγησης, ενώ έχει παρατηρηθεί λήψη ακόμα και από ανηλίκους.
- Τα διεμφυλικά άτομα αποτελούν μια νέα πραγματικότητα, στην οποία, ανεξάρτητα από την κοινωνικο-πολιτική στάση που παίρνει κανείς απέναντι σε αυτήν, η ιατρική επιστήμη καλείται να διαχειριστεί πρωτόγνωρες και σύνθετες καταστάσεις. Η φυλομετάβαση αναφέρεται σε σειρά παρεμβάσεων που στοχεύουν στην αλλαγή των σωματικών χαρακτηριστικών, έτσι ώστε να αναπτυχθούν τα επιθυμητά χαρακτηριστικά φύλου. Για παράδειγμα, γυναίκα που επιθυμεί τη μετάβαση στο ανδρικό φύλο λαμβάνει φαρμακευτική αγωγή με τεστοστερόνη, η μακροχρόνια χορήγηση της οποίας σε αυτό το πλαίσιο, δεν έχει χαρτογραφημένες επιπτώσεις (το άρθρο αυτό πυροδοτήθηκε από την επίσκεψη νεαρού διεμφυλικού αθλητή υπό αγωγή με τεστοστερόνη, ο οποίος είχε δικαιολογημένα ερωτηματικά για την ασφάλεια και αποτελεσματικότητα της αγωγής του). Για να επιτευχθεί η επιθυμητή αρρενοποίηση χορηγείται αγωγή η οποία αυξάνει τα επίπεδα τεστοστερόνης περίπου 20 φορές παραπάνω από τα φυσιολογικά.
Η ανησυχία σχετικά με τον αυξημένο καρδιαγγειακό κίνδυνο που συνδέεται με τη χορήγηση της τεστοστερόνης βρέθηκε στο προσκήνιο περίπου το 2010 οπότε δημοσιεύθηκαν ορισμένες σχετικές μελέτες. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι, σε αντίθεση με αυτά τα ευρήματα, η μέχρι τότε κρατούσα αντίληψη υποστήριζε ότι τα μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης προκαλούν παχυσαρκία, σακχαρώδη διαβήτη, μεταβολικό σύνδρομο και γενικά αυξημένη νοσηρότητα σε άνδρες άνω των 40 ετών. Τα επίπεδα της ορμόνης αυτής αγγίζουν τη μέγιστη τιμή τους στα 30 έτη περίπου και στη συνέχεια φθίνουν προοδευτικά κατά 1-2% ετησίως. Δεν είναι σαφές πάντως αν τα μειωμένα επίπεδα τεστοστερόνης αποτελούν αιτιολογικό παράγοντα καρδιαγγειακών νοσημάτων, ή απλώς η έλλειψή της αποτελεί δείκτη μειωμένης γενικότερης υγείας. Η δημοσίευση σχετικής προειδοποίησης του FDA και η συνακόλουθη διάδοσή της από τα μέσα επικοινωνίας οδήγησαν σε αντιστροφή του κλίματος σχετικά με τη συγκεκριμένη ουσία και σκεπτικισμό από την ιατρική κοινότητα για την ασφάλεια της χορήγησης, ιδιαίτερα εφόσον επρόκειτο για εφαρμογή πέραν των τυπικών ιατρικών ενδείξεων. Τα τελευταία έτη έχουν συσσωρευθεί αρκετά νέα στοιχεία, χωρίς όμως τελικά να υπάρχει απόλυτη ομοφωνία. Στην μελέτη TRAVERCE (Lincoff et al,N Engl J Med 2023) χορηγήθηκε διαδερμικό σκεύασμα τεστοστερόνης ή εικονικό φάρμακο σε 5.246 άντρες ηλικίας 45-80 ετών, οι οποίοι είχαν προϋπάρχουσα καρδιαγγειακή νόσο ή υψηλό κίνδυνο για αυτήν και είχαν συμπτώματα και εργαστηριακές ενδείξεις υπογοναδισμού. Μετά από προοπτική παρακολούθηση 33 περίπου μηνών δεν βρέθηκε καμία διαφορά στην εκδήλωση ισχαιμικής καρδιοπάθειας ανάμεσα στις 2 ομάδες, διαπιστώθηκε όμως αυξημένη επίπτωση κολπικής μαρμαρυγής, νεφρικής βλάβης και πνευμονικής εμβολής στην ομάδα της τεστοστερόνης. Άλλη πρόσφατα δημoσιευμένη σε ένα από τα εγκυρότερα περιοδικά μελέτη παρατήρησης από τη Δανία (Mathiasen et al, Circulation 2025) έδειξε ότι οι χρήστες αναβολικών στεροειδών είχαν τριπλάσια πιθανότητα οξέος εμφράγματος, 9 φορές μεγαλύτερη πιθανότητα ανάπτυξης μυοκαρδιοπάθειας, αυξημένη επίπτωση φλεβοθρόμβωσης και αρρυθμιών σε σχέση με τους μη χρήστες για μια περίοδο παρακολούθησης 11 ετών και όλα αυτά παρότι επρόκειτο για άτομα με αξιόλογη φυσική-αθλητική δραστηριότητα. Οι θρομβοεμβολικές επιπλοκές (όπως η πνευμονική εμβολή) έχουν συσχετιστεί μεταξύ άλλων με την αύξηση των ερυθροκυττάρων και της συνάθροισης των αιμοπεταλίων, ενώ για κάποιες από τις καρδιαγγειακές επιδράσεις έχει ενοχοποιηθεί η αύξηση της αρτηριακής πίεσης και η δυσμενής μεταβολή του λιπιδαιμικού προφίλ. Όπως γίνεται κατανοητό, η ασάφεια σχετικά με τις πιθανές συνέπειες της τεστοστερόνης παραμένει, ως αποτέλεσμα της μεγάλης ετερογένειας των υποψηφίων χρηστών (ηλικία, θεραπευτική ένδειξη, συννοσηρότητες), αλλά κυρίως της έλλειψης μακροχρόνιων μελετών, οι οποίες είναι απαραίτητες, όταν εξετάζεται συσχέτιση με πιθανές καρδιαγγειακές ή νεοπλασματικές παθήσεις. Η χρήση της τεστοστερόνης για τη θεραπεία του συμπτωματικού υπογοναδισμού μπορεί να έχει αξιόλογα αποτελέσματα σε επιλεγμένους ασθενείς και υιοθετείται από αρκετές ιατρικές εταιρείες τόσο στην Ευρώπη, όσο και στις ΗΠΑ. Ωστόσο, οι άνδρες, ιδίως αυτοί με προϋπάρχουσες καρδιακές καταστάσεις, πρέπει να συζητήσουν με τον γιατρό τους και να διερευνήσουν με ενδελέχεια την σχέση κόστους/ωφέλειας για την περίπτωσή τους. Σε κάθε περίπτωση η χορήγηση θεραπείας με τεστοστερόνη θα πρέπει να συνοδεύεται από τακτικούς ελέγχους, ενώ σε ορισμένες περιπτώσεις έχει προταθεί και η συγχορήγηση αντιθρομβωτικής αγωγής. Η πλήρης κατανόηση του εύρους των πιθανών κινδύνων σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο, αλλά και των ιαματικών δυνατοτήτων της τεστοστερόνης, συνεχίζει να αποτελεί αντικείμενο της τρέχουσας επιστημονικής έρευνας, όπως και η αναζήτηση της αέναης νεότητας αποτελεί μια απαίτηση της κοινότητας από την ιατρική επιστήμη.
Δείτε το άρθρο στην παρακάτω εικόνα